13 Αυγ 2014

Η ΥΠΑΡΞΗ ΤΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΩΝ, ΤΟΥ Λ.ΤΣΙΛΟΓΛΟΥ

Ένα κείμενο του Λευτέρη Τσίλογλου, όπως το δημοσίευσε στην προσωπική του σελίδα στο Facebook (λευτέρης τσίλογλου):



"Από την αρχή, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τη βασική μας θέση στο πρόβλημα της παιδείας: Κύριο και αναντικατάστατο κύτταρο της εκπαίδευσης είναι το σχολείο, η τάξη, οι μαθητές που βρίσκονται σ’ αυτήν.
Το περιεχόμενο της δουλειάς ενός εκπαιδευτικού είναι η δύσκολη αλλά και υπέροχη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας ενός παιδιού. Αυτό γίνεται με μία αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στο δάσκαλο και το μαθητή, που εδράζεται στην αέναη προσπάθεια -με συνεχείς αναθεωρήσεις- να κατακτήσεις τον καλύτερο τρόπο διοχέτευσης της γνώσης.
Η εικόνα μιας τάξης, με δεκάδες λαμπερά μάτια να σε κοιτάζουν με ποικίλα συναισθήματα δεν πληρώνεται με τίποτα. Συναισθήματα που εναλλάσσονται από την πλήρη προσήλωση, μέχρι την αδιαφορία• από τη λατρεία μέχρι την απόρριψη.
Παντού στον κόσμο, η υλική αμοιβή του δασκάλου δεν είναι από τις καλύτερες. Όταν ο δάσκαλος μπαίνει στην τάξη, πρέπει να έχει το ατομικό κίνητρο της αγάπης για το λειτούργημα που επιτελεί. Αν δεν το έχει, καλύτερα να πάρει των ομματιών του και να φύγει. Η δουλειά του δασκάλου απαιτεί διαρκή επαγρύπνηση• το έργο του τελεί υπό συνεχή παρακολούθηση, και οι κριτές του είναι σκληροί, αλλά και δίκαιοι.
Ο δάσκαλος, εκτός από τη διδασκαλία. έχει να παίξει πολλούς ρόλους. Γίνεται εξομολογητής, συμβουλάτορας, ακροατής των πιο απόκρυφων σκέψεων των μαθητών του. Τα νιάτα όμως έχουν μια όμορφη σκληράδα, δεν ανέχονται να είσαι αδιάφορος, κουρασμένος, να μη ξέρεις να απαντήσεις σε μια ερώτησή τους. Έτσι, μπορεί να δεχτείς ειρωνείες, ακόμα και προσβολές. Ο δάσκαλος πρέπει να είναι ένα κατάλληλο μίγμα αυστηρότητας και ανοχής. Η ποιότητα αυτού του μίγματος σε κάνει αποδεκτό μέσα στην τάξη.
Το φροντιστήριο είναι ένας συμπληρωματικός θεσμός, που κινείται παράλληλα με το σχολείο και εξυπηρετεί –κυρίως- τη φιλοδοξία, την ανάγκη, την επιθυμία του μαθητή να «μπει» στη σχολή που ονειρεύεται.

Οι εξετάσεις είναι συναγωνισμός, διαπάλη: στοιχεία σύμφυτα στην κοινωνία μας. Από πολύ νωρίς, ο άνθρωπος επιζητούσε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τον άλλον. Στο βαθμό που η κοινωνία ήταν δυναστική και καθυστερημένη, αυτό το πλεονέκτημα μπορούσε να κατακτηθεί με τη βία, με το δόλο, με υπόγειους μηχανισμούς, με αυτό που λέμε «μέσο».
Όταν όμως αρχίζουν να αντικειμενικοποιούνται τα κριτήρια, πρέπει να μετρήσει ο πνευματικός εξοπλισμός και οι διάφορες άλλες δεξιότητες. Αυτά είναι στοιχεία που καλλιεργούνται και βελτιώνονται, είτε με προσωπική προσπάθεια, είτε με την καθοδήγηση κάποιου ειδήμονα.
Όταν για μία θέση υπάρχουν δύο υποψήφιοι, αμέσως κινητοποιούνται οι μηχανισμοί του συναγωνισμού. Πάνω σ’ αυτό το χαρακτηριστικό εδράζεται η εμφάνιση υποστηρικτικών μηχανισμών για τις εξετάσεις• αυτά που ονομάζουμε φροντιστήρια και που τα τελευταία χρόνια σηματοδοτούνται με τη δήθεν υποτιμητικού περιεχομένου λέξη «παραπαιδεία». Προσωπικά δε μ’ ενοχλεί καθόλου…

Ποιο κομμάτι της προσοχής του μαθητή θα συγκεντρώσει το φροντιστήριο, εξαρτάται από πολλούς υποκειμενικούς και αντικειμενικούς παράγοντες.. Ένας έχει σχέση με το δημόσιο σχολείο Όσο η δημόσια εκπαίδευση καλυτερεύει, όσο ο δάσκαλος θα βελτιώνει τον επαγγελματισμό και την πνευματική του φαρέτρα, αξιολογούμενος συνεχώς με κριτήρια βεβαίως απρόσωπα κι αντικειμενικά, όσο θα μπαίνει μέσα στην αίθουσα με ενδιαφέρον και ζεστασιά για τους μαθητές του, τόσο το κομμάτι που θα απομένει στο φροντιστήριο θα γίνεται όλο και μικρότερο. Αντίθετα, το φροντιστήριο θα θεριεύει, όσο το σχολείο και οι λειτουργοί του δεν θα στέκονται στο ύψος τους και θα επιμένουν στην αδιαπραγμάτευτη «μονιμότητα» της θέσης τους. Αυτό δεν είναι εξασφάλιση εργασίας, είναι βρόχος πνιγμού των πάντων.
Πρέπει να δοθεί μια ικανοποιητική απάντηση, από κοινωνική και οικονομική άποψη, στο φαινόμενο της γιγάντωσης των φροντιστηρίων. Πρέπει να δοθεί μια λογική εξήγηση της προωθητικής δύναμης, που έκανε χιλιάδες παιδιά να ξεκινάνε από τις πιο μακρινές γειτονιές της Αθήνας, του Πειραιά, από τα Μεσόγεια, τα Μέγαρα, τη Σαλαμίνα και την Αυλώνα -υπερνικώντας την κούραση, χάνοντας τόσο χρόνο, μπαίνοντας σε τόσα έξοδα- να έρχονται στο κέντρο της Αθήνας, στην αρχή για 6 φορές την εβδομάδα και αργότερα έστω 3 ή 4.
Κάποιοι παλαιότεροι θα θυμούνται τις εικόνες γύρω από την πλατεία Κάνιγγος και την Ομόνοια, όταν ξαφνικά, λίγο μετά τις 10 το βράδυ, γέμιζαν μαζί και οι γύρω δρόμοι, από χιλιάδες νέους, μόλις κτυπούσε το κουδούνι στο σκόλασμα των φροντιστηρίων της περιοχής. Στην πλατεία Κάνιγγος, παρατεταγμένα τα πούλμαν να γεμίσουν με παιδιά, που θα τα επέστρεφαν στα Σπάτα, στο Μαρκόπουλο, στα Μέγαρα.
Αλλά, δεν είναι μόνο αυτά.
Ας θυμηθούμε τους γονείς που είχαν την οικονομική δυνατότητα να στέλνουν τα παιδιά τους σε σχολεία της Αθήνας, κατά τις δύο τελευταίες τάξεις του γυμνασίου (το σημερινό λύκειο), για να μπορούν να παρακολουθήσουν τη σειρά των μαθημάτων στα μεγάλα φροντιστήρια. Σ’ αυτούς, πρέπει να προσθέσουμε και τον μεγάλο αριθμό αποφοίτων που έδιναν εξετάσεις για δεύτερη ή τρίτη φορά και φιλοξενούνταν σε συγγενικά τους πρόσωπα ή ακόμα νοίκιαζαν μόνοι τους ή με άλλους σπίτια.
Δεν πρέπει να παραλείψουμε τα θερινά εντατικά τμήματα επαρχιών, που με ένα πρόγραμμα 36 ωρών εβδομαδιαίως, προσπαθούσαν να βγάλουν ένα σημαντικό τμήμα της ύλης, στη διάρκεια των διακοπών του καλοκαιριού. Προσωπικά, θυμάμαι να είμαι καθηγητής σε ένα ολόκληρο τμήμα 20 παιδιών από το νομό ... Έβρου.
Τι ήταν αυτό που έπειθε γονείς και μαθητές να μπουν σ’ αυτήν τη περιπέτεια;
Μήπως ήταν μια απάτη; Η απάτη διαρκεί λίγο. Αντίθετα, φαίνεται ότι τα φροντιστήρια καλύπτουν πραγματικές ανάγκες. Τα φροντιστήρια συμπλήρωσαν πάνω από έναν αιώνα ζωής, και ακόμη ζουν και βασιλεύουν.
Η εξήγηση του φαινομένου πρέπει να αναζητηθεί μέσα από κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς όρους.
Ο χρονικός ορίζοντας ζωής του Ελληνικού Κράτους δεν είναι μακρύς. Μέσα σ’ αυτόν, δεν πρόλαβαν να διαμορφωθούν αδιαπέραστα στεγανά, ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες και τάξεις. Ένα παιδί μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας, μιας οικογένειας ακτημόνων εργατών γης, εργατών σε βιομηχανίες και καπνεργοστάσια, μπορούσε πιο εύκολα από ότι σε άλλες χώρες να σπάσει το καβούκι της καταγωγής του, αρκεί να είχε τσαγανό, διάθεση για μάθηση και πρόοδο. Να πάρει στα χέρια του κάποιο «χαρτί», που ήταν για δεκαετίες το απαραίτητο εισιτήριο για την κοινωνική του εξέλιξη.
Οι ασχολούμενοι με τα πράγματα, θα ξέρουν ότι για την ελληνική οικογένεια οι δαπάνες για τη μόρφωση των παιδιών είναι μια από τις πιο ανελαστικές δαπάνες. Η οικογένεια είναι διατεθειμένη να κόψει προηγουμένως μια σειρά άλλα έξοδα, που σε άλλες χώρες θα είχαν βέβαιη προτεραιότητα.
Συχνά, ακούμε τον αφορισμό: Τα φροντιστήρια εκφράζουν τον ταξικό χαρακτήρα της δήθεν δωρεάν παιδείας. Αυτός ο συλλογισμός ξεκινάει από λαθεμένη βάση.
Τι ονομάζουμε ισότητα ευκαιριών; Ισότητα στην ευφυΐα και την ικανότητα αφομοίωσης της γνώσης; Ισότητα στην αναλυτική και συνθετική ικανότητα κάθε ατόμου; Ισότητα σε ένα εργατικό και δραστήριο άτομο και ένα οκνηρό και τεμπέλικο; Ισότητα ανάμεσα σ’ έναν υπεύθυνο και έναν ανεύθυνο πολίτη;
Όχι βέβαια! Αυτά δεν έχουν σχέση με την ταξική τοποθέτηση, αλλά καθορίζονται και από το DNA που φέρνει ο καθένας από τα γεννοφάσκια του.
Το φροντιστήριο συνεπάγεται οικονομική επιβάρυνση. Αυτό είναι σωστό. Αναρωτιέμαι: Στο δημόσιο σχολείο δεν υπάρχει τέτοια επιβάρυνση; 
Αυτοί οι συλλογισμοί ξεκινάνε από μια λαθεμένη, για μένα, αντίληψη, κυρίαρχη σήμερα στην ελληνική πραγματικότητα. Το κράτος είναι καλό, αρκεί να με προσέχει, να με χρηματοδοτεί, αλλά όχι και να με φορολογεί. Τα έσοδά του πρέπει να τα βγάλει από κάπου αλλού, αλλά όχι από εμένα. Το κράτος πρέπει να με ζει. Ας κόψει το λαιμό του να βρει λεφτά. Η ιδιωτική πρωτοβουλία θεωρείται περίπου ως αδίκημα, ο ιδιώτης αντιμετωπίζεται σχεδόν ως ύποπτος, σε αντίθεση με τον κρατικό λειτουργό, που εξ ορισμού είναι «άγγελος επί της γης».
Όμως υπάρχουν κάποιες αντικειμενικές πλευρές, που δεν μπορούν να αγνοηθούν:
1. Η παρακολούθηση του φροντιστηρίου δεν είναι υποχρεωτική. Ο μαθητής έρχεται σ’ αυτό «οικεία βουλήσει». Η πληρωμή στο φροντιστήριο δεν είναι όπως η πληρωμή του Φ.Π.Α. σε οποιαδήποτε αγορά προϊόντος ή υπηρεσίας. Η προσέλευση και η εγγραφή στο φροντιστήριο είναι προαιρετική. Δεν είναι όπως ο φόρος στη βενζίνη.
Δεν είναι μάλιστα άσκοπο να θυμίσω ότι, σε διαπιστωμένες περιπτώσεις αδυναμίας και οικονομικής δυσπραγίας, για αντικειμενικούς λόγους, τα φροντιστήρια δέχτηκαν πολλές φορές την δωρεάν παρακολούθηση των μαθημάτων τους.
2. Στο φροντιστήριο δεν φοιτά μια μειοψηφία των μαθητών. Οι έρευνες που έγιναν από πανεπιστήμια, μέσα μαζικής ενημέρωσης και διεθνείς οργανισμούς (ΟΟΣΑ κλπ), έδειξαν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών, παρακολουθεί το φροντιστήριο, άρα υπάρχει κοινή επιβάρυνση, που κάποιοι με τα «ιδιαίτερα» προτιμούν να την κάνουν βαρύτερη.
3. Ο συναγωνισμός αποτελεί σύμφυτο στοιχείο της κοινωνίας. Οι ουτοπιστικές αντιλήψεις περί ισότητας των ευκαιριών έχουν ιδεολογικές αφετηρίες, που όπου κι αν εφαρμόστηκαν, δημιούργησαν μια ισότητα φτώχιας, μιζέριας και στασιμότητας. Όπου δεν υπάρχει συναγωνισμός της κοινωνίας- δεν υπάρχει πρόοδος. Αρκεί αυτός ο συναγωνισμός να είναι υγιής, να μη μετέρχεται άνομων μέσων. Εδώ υπεισέρχεται ο ελεγκτικός ρόλος του κράτους.
Ποια είναι η λύση, τι πρέπει να γίνει;
Γενικοί αφορισμοί του τύπου να απαγορευθούν τα φροντιστήρια», «να αφαιρεθούν οι άδειες λειτουργίας τους», δεν λύνουν το πρόβλημα. Τα φροντιστήρια έδειξαν μια αξιοζήλευτη προσαρμοστικότητα στις αλλαγές των συστημάτων, στο κυνηγητό της εφορίας, στις πολιτικές απαγόρευσης. Θα βρουν τρόπο να εκφραστούν διαφορετικά.
Τα φροντιστήρια σήμερα είναι θεσμός, και λειτουργούν ως εταιρείες. Παρέχουν εργασία σε χιλιάδες πτυχιούχους, που χωρίς σκέψη και αντίδραση παράγονται κάθε χρόνο. Οι νέοι αυτοί αυξάνουν τη διδακτική τους πείρα και μπορεί, αργότερα, να στελεχώσουν τη δημόσια εκπαίδευση ή άλλους αντίστοιχους φορείς.
Τα φροντιστήρια απασχολούν μεγάλο αριθμό υπαλλήλων, λογιστών και βοηθητικού προσωπικού. Νοικιάζουν κτίρια και δημιουργούν μια ισορροπία στο χώρο της επαγγελματικής στέγης. Φορολογούνται με βάση τους νόμους και δίνουν εκατομμύρια ευρώ σε ασφαλιστικές εισφορές σε διάφορα Ταμεία: ΤΕΒΕ, ΙΚΑ, ΤΕΑΧ, ΤΣΕΜΕΔΕ κτλ. Όπου αυτό δεν γίνεται, να πέσει βαρύς ο πέλεκυς της κρατικής επέμβασης.
Τα φροντιστήρια είναι λοιπόν θεσμός.
Τα φροντιστήρια, παίζουν κι έναν άλλο, από «αρνητική πλευρά», θετικό ρόλο. Γίνονται κάθε τόσο «ο σάκος του μποξ» για την εύκολη μετάθεση των ευθυνών της παιδείας.
Κάθε θεσμός θέλει κα τους «βαρβάρους» του. Στην εκπαίδευση, τον ρόλο αυτό τον έπαιξαν και παίζουν τα φροντιστήρια.
Εδώ, είναι χρήσιμο να αναφερθούν σε αποσπάσματα, η άποψη του σεβαστού Ευάγγελου Παπανούτσου για τα φροντιστήρια που γράφτηκε σε άρθρο του στην εφημερίδα Τα Νέα (17/1/1973), με τίτλο
Το φροντιστήριο – ένας αποδιοπομπαίος τράγος:
[…] Η ιδιωτική «παρασχολική» εκπαίδευση έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος για τις αμαρτίες μας. Κάθε φορά που αρμόδιοι και αναρμόδιοι στηλιτεύουν τα κακώς κείμενα στο σχολικό μας καθεστώς και εξεγείρονται για την καθυστέρησή μας στο μέγα αυτό εθνικό θέμα, στόχος της οργής τους είναι τα “φροντιστήρια” […]
[…] Τα “φροντιστήρια” όχι μόνον βοήθησαν και βοηθούν τα παιδιά μας να ανέβουν τις σκάλες του Πανεπιστημίου, αλλά και το Πανεπιστήμιο (ας ονομάσουμε έτσι όλα τα ανώτερα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα), το βοήθησαν και το βοηθούν να διατηρήσει σε κάποιο επίπεδο τις σπουδές του. Αν έμπαιναν οι νέοι στις Ακαδημαϊκές αίθουσες με τα χάσματα της γυμνασιακής μας παιδείας, το εκπαιδευτικό πρόβλημα της χώρας μας θα ήταν πιο οξύ απ’ όσο είναι σήμερα […]
Ποια είναι η λύση; Τι πρέπει να γίνει;
Να βελτιώσουμε το επίπεδο του σχολείου. Ζούμε από μέσα το πρόβλημα• γινόμαστε δέκτες ακραίων καταστάσεων που συμβαίνουν σε διάφορα σχολεία. Αν τα προβλήματα λύνονταν με νόμους, τώρα θα είχαν λυθεί. Κεντρικό πρόβλημα στην παιδεία είναι ο ανθρώπινος παράγοντας. Αυτός ο άγνωστος «χ» με τις αρετές και τα ελαττώματά του. Να προσπαθήσει ο καθένας, από το δικό τους μετερίζι να γίνει πιο υπεύθυνος, να αποβάλλει την αδιαφορία του. Όλα είναι και δικό του πρόβλημα. Δεν θα έρθει ο από μηχανής θεός να τα λύσει.
Ούτε το πρόβλημα είναι μόνο θέμα δαπανών και αμοιβών. Είναι πιο σύνθετο. Το νιώθω έτσι, μόνο που δεν μπορώ να το περιγράψω με λίγα λόγια.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη και φθηνότερη διαφήμιση για τα φροντιστήρια από τις γενικόλογες καταδίκες.
Ακούγονται διάφορες προτάσεις, που όμως δεν λύνουν το πρόβλημα. Η δική μου άποψη είναι ότι δεν υπάρχει λύση που θα την βγάλει ως δια μαγείας κάποιος από το τσεπάκι του. Ας αφήσουμε το χρόνο να βάλει τη σφραγίδα του.
Αν η επίσημη παιδεία απορροφούσε την υπάρχουσα παραπαιδεία, σε λίγο θα φύτρωνε μια νέα γενιά φροντιστηριακών μορφών.
Άρα ας το πάρουμε απόφαση.
Τα φροντιστήρια θα συνεχίζουν να παίζουν το ρόλο του ισχυρού ενδιάμεσου κρίκου. Είναι, όμως και ένα άλλο, πιο σοβαρό θέμα:
«Εντάξει, το σπουδάζω το παιδί. Ποιο κράτος, ποιες υποδομές, ποια ανάπτυξη, ποιο σχέδιο, θα απορροφήσει αυτή τη μεγάλη στρατιά σε μια αξιοπρεπή απασχόληση;»
Με μελαγχολία έβλεπα στο φροντιστήριο, το χονδρό φάκελο των βιογραφικών των πτυχιούχων, με αξιοζήλευτα προσόντα, πτυχία, μεταπτυχιακά, γνώση ηλεκτρονικών υπολογιστών, ξένες γλώσσες, να αναζητούν απεγνωσμένα μια στοιχειώδη υποαπασχόληση.
Πρέπει το κράτος και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης –όλοι οι παράγοντες που διαμορφώνουν και επηρεάζουν την κοινή γνώμη- να μη πετάνε απλώς πέτρες• να δουν σοβαρά το πρόβλημα• και να αρχίσουν να υποψιάζονται τη δυσκολία της λύσης του.
Τέλος, σε αυτό το σημείωμα, πρέπει να αποτίσω φόρο τιμής στους εκατοντάδες δασκάλους που έδωσαν την ψυχή τους όρθιοι πάνω στον πίνακα, με την κιμωλία στα χέρια, στα ρούχα, στα πνευμόνια. Αυτούς που ενέπνευσαν χιλιάδες μαθητές, που τους αγάπησαν, και με σεβασμό και τρυφερότητα τούς θυμούνται σήμερα.''


2 σχόλια: